- ανωμαλόκρινος
- (anomalocrinus). Επιστημονική ονομασία γένους εχινοδέρμων που έχει εκλείψει. Έζησαν κυρίως στη σιλούριο και την πέρμιο γεωλογική περίοδο. Στη Bόρεια Αμερική, και ιδιαίτερα στιςόχθες του Μισισιπήβρέθηκαν απολιθώματα από πολυάριθμεςομάδες α., ενώ στην Ευρώπη τα ευρήματά τους είναι ελάχιστα.
Dictionary of Greek. 2013.